Γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → Scit, quod cupiscit, femina, ulterius nihil → Denn eine Frau versteht nur, was sie will, sonst nichts
ἀγωνία, ἀγωνίη, ἄθλημα, διαμάχη, πάλη, πάλα, δῆρις, μῶλος, ἀγωνισμός, ἄθλησις, ἆθλος, άεθλος, ἁμίλλημα, παλαισμοσύνη, διαπάλη, ζήλωμα, ἔρις