δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies
διεκβολή ;; στεῖνος ;; στενωπός ;; στεινωπός ;; στενόν ;; στεινόν ;; στενοπορία ;; στενόπορον ;; στεινόπορον ;; συναγγία ;; γνάθος ;; δίαυλος