συμμάρτυρος

From LSJ
Revision as of 20:00, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμμάρτῠρος Medium diacritics: συμμάρτυρος Low diacritics: συμμάρτυρος Capitals: ΣΥΜΜΑΡΤΥΡΟΣ
Transliteration A: symmártyros Transliteration B: symmartyros Transliteration C: symmartyros Beta Code: summa/rturos

English (LSJ)

ον,

   A configurate, of planets, Man.6.393,441.

German (Pape)

[Seite 980] = συμμάρτυρ, Man. 6, 442.

Greek (Liddell-Scott)

συμμάρτῠρος: -ον, = συμμάρτυς, Μανέθων 6. 393.

Greek Monolingual

-ον, Α
(για πλανήτη) αυτός που έχει σχετική θέση προς κάποιον άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -μάρτυρος (< μάρτυς, -υρος «[αστρολ.] αυτός που βρίσκεται απέναντι σε κάποιον άλλον»)].

Greek Monolingual

-ον, Α
(για πλανήτη) αυτός που έχει σχετική θέση προς κάποιον άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -μάρτυρος (< μάρτυς, -υρος «[αστρολ.] αυτός που βρίσκεται απέναντι σε κάποιον άλλον»)].