μελαμπεταλοχίτων

From LSJ
Revision as of 19:55, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή → Mulier fit domina sponso, simulac senuerit → Die Frau beherrscht, sobald er alt, den Bräutigam

Menander, Monostichoi, 129
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελαμπετᾰλοχίτων Medium diacritics: μελαμπεταλοχίτων Low diacritics: μελαμπεταλοχίτων Capitals: ΜΕΛΑΜΠΕΤΑΛΟΧΙΤΩΝ
Transliteration A: melampetalochítōn Transliteration B: melampetalochitōn Transliteration C: melampetalochiton Beta Code: melampetaloxi/twn

English (LSJ)

[ῐ], ωνος,

   A with a garment embroidered with black leaves, γόνατα Tim.Pers.134.

Greek Monolingual

μελαμπεταλοχίτων, -ωνος, ὁ (Α)
αυτός που φορά χιτώνα στολισμένο με μαύρα φύλλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + πέταλο + χιτών.