ἀσμένῳ δέ σοι ἡ ποικιλείμων νὺξ ἀποκρύψει φάος → glad wilt thou be when night, arrayed in spangled garb, shuts out the light
Full diacritics: ἐπικαταχέω | Medium diacritics: ἐπικαταχέω | Low diacritics: επικαταχέω | Capitals: ΕΠΙΚΑΤΑΧΕΩ |
Transliteration A: epikatachéō | Transliteration B: epikatacheō | Transliteration C: epikatacheo | Beta Code: e)pikataxe/w |
A pour upon, Jul.Mis.346d.
[Seite 947] (s. χέω), noch dazu herabschütten, Gal.
ἐπικαταχέω (Α) καταχέω
χύνω κάτι πάνω σε κάτι άλλο.