μητρανοίκτης

From LSJ
Revision as of 12:45, 5 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

Ἀλλ' ὑπ' ἐλπίδων ἄνδρας τὸ κέρδος πολλάκις διώλεσεν → But the profit-motive has destroyed many people in their hope for gain

Sophocles, Antigone, 221-2
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μητρανοίκτης Medium diacritics: μητρανοίκτης Low diacritics: μητρανοίκτης Capitals: ΜΗΤΡΑΝΟΙΚΤΗΣ
Transliteration A: mētranoíktēs Transliteration B: mētranoiktēs Transliteration C: mitranoiktis Beta Code: mhtranoi/kths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A instrument for opening the womb, Hermes 38.282.

Greek (Liddell-Scott)

μητρανοίκτης: ὁ, ἐργαλεῖον χειρουργικὸν πρὸς ἄνοιξιν τῆς μήτρας, Ἰατρ.

Greek Monolingual

μητρανοίκτης, ὁ (Α)
χειρουργικό εργαλείο το οποίο χρησιμοποιούνταν για τη διάνοιξη της μήτρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. μήτρα (Ι) + -ανοίκτης (< ανοίγω), πρβλ. θηρ-ανοίκτης].