Οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → Silere non est turpe, sed frustra loqui → nicht Schweigen schändet, sondern Schwätzen auf gut Glück
Full diacritics: μήχι | Medium diacritics: μήχι | Low diacritics: μήχι | Capitals: ΜΗΧΙ |
Transliteration A: mḗchi | Transliteration B: mēchi | Transliteration C: michi | Beta Code: mh/xi |
related to μή as οὐχί to οὐ, ναίχι to ναί, Eub.23.
μήχι (Α)
μόριο το οποίο έχει σχέση με το μόριο μη, όπως και το ουχί έχει σχέση με το μόριο ου και το ναιχί με το μόριο ναι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μή-χι (πρβλ. οὐχί)].