δειπνολόγος
From LSJ
οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us (Apollonius of Rhodes, Argonautica 3.1129f.)
English (LSJ)
ὁ, dinner-bard, of Archestratus, Ath. 1.29a.
German (Pape)
[Seite 540] vom Gastmahl redend, Ath. I, 29 a.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ que escribe sobre banquetes, docto en banquetesde Arquéstrato, Ath.29a.
Greek Monolingual
δειπνολόγος, ο (Α)
ο ποιητής τών δείπνων, που γράφει ποιήματα γαστρονομικού περιεχομένου.