ἀπορράπτειν τὸ Φιλίππου στόμα ὁλοσχοίνῳ ἀβρόχῳ → sew up Philip's mouth with an unsoaked rush, stop Philip's mouth with an unsoaked rush, shut one's mouth without any trouble
ο
αυτός που επιδιώκει επαίνους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < έπαινος + -θήρας (< θήρα «κυνήγι», πρβλ. θεσι-θήρας, προικο-θήρας)].