κυδωνίτης

From LSJ
Revision as of 14:05, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

ἐφ' ἁρμαμαξῶν μαλθακῶς κατακείμενοι → reclining softly on litters, reclining luxuriously in covered carriages

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Κῠδωνίτης Medium diacritics: κυδωνίτης Low diacritics: κυδωνίτης Capitals: ΚΥΔΩΝΙΤΗΣ
Transliteration A: kydōnítēs Transliteration B: kydōnitēs Transliteration C: kydonitis Beta Code: *kudwni/ths

English (LSJ)

[ῑ] οἶνος, ὁ, A quince-wine, Dsc.5.20.

German (Pape)

[Seite 1525] οἶνος, ὁ, Quittenwein, Pallad. 11, 20.

Greek Monolingual

κυδωνίτης, ὁ (Α)
φρ. «κυδωνίτης οἶνος» — οίνος που έχει παρασκευαστεί από κυδώνια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κυδώνιον + -ίτης, κατάλ. που απαντά συχνά σε ονομασίες οίνων (πρβλ. αιματ-ίτης, φοινικ-ίτης)].