καὶ νῦν ἀτεχνῶς ἐθέλω παρέχειν ὅ τι βούλει σοι, πλὴν κωλακρέτου γάλα πίνειν → and now I want to provide you with absolutely anything you want, except paymaster's milk to drink
-ο
1. αυτός που εκχέει, που εκβάλλει κόπρανα
2. φρ. «κοπροχόο συρίγγιο»
ιατρ. συρίγγιο που επικοινωνεί με το έντερο, επιτρέποντας τη δίοδο κοπρανωδών υλών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόπρος (Ι) + -χόος (< χόος < χέω), πρβλ. οινοχόος, υδροχόος.