τεταρτημόριον

From LSJ
Revision as of 12:55, 14 September 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " esp. of " to " especially of ")

Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau

Menander, Monostichoi, 267
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεταρτημόριον Medium diacritics: τεταρτημόριον Low diacritics: τεταρτημόριον Capitals: ΤΕΤΑΡΤΗΜΟΡΙΟΝ
Transliteration A: tetartēmórion Transliteration B: tetartēmorion Transliteration C: tetartimorion Beta Code: tetarthmo/rion

English (LSJ)

τό, A fourth part, Hdt.2.180; especially of an obolus, Arist.Pol.1323a31 ( = Lat. quadrans, Plu.Publ.23); 1/4 of a κοτύλη, Hp.Int.26. 2 in Music, quarter-tone, Cleonid.Harm.7, etc.; τεταρτημορίων διέσεων Euc.Sect.Can.p.202H. II quadrant, Ptol.Tetr.33, Paul.Al.D.2. (Cf. ταρτημόριον.)

German (Pape)

[Seite 1096] τό, der vierte Theil, Her. 2, 180; bes. eines Obols, quadrans, Arist. pol. 7, 1. Vgl. Plut. Popl. 23.

Greek (Liddell-Scott)

τεταρτημόριον: τό, τὸ τέταρτον μέρος, Ἡρόδ. 2. 180· μάλιστα τὸ τέταρτον ὀβολοῦ, Λατιν. quanitans, Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 1, 4· οὕτω τεταρτημορίς, ίδος, ἡ, Συλλ. Ἐπιγρ. 2656. 14. 2) ἐν τῇ μουσικῇ, τὸ τέταρτον τόνου, Chappell Anc. Mus. σ. 205, πρβλ. δίεσις ΙΙΙ. ΙΙ. τέταρτον κύκλου, τεταρτοκύκλιον, Εὐκλ.

Greek Monotonic

τεταρτημόριον: τό, το τέταρτο μέρος, τετράπλευρο, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

τεταρτημόριον: τό
1) четверть (τοῦ μισθώματος Her.);
2) четверть обола Arst.;
3) (лат. quadrans) четверть асса Plut.

Middle Liddell

τεταρτη-μόριον, ου, τό,
a fourth part, quadrans, Hdt.