ἀναπαιστικός

From LSJ
Revision as of 15:39, 5 January 2022 by Spiros (talk | contribs)

Ἐάν γάρ ἀποδιδῷ τις τί ἐστιν αὐτῶν ἑκατέρῳ τό ζῴῳ εἶναι, ἴδιον ἑκατέρου λόγον ἀποδώσει (Aristotle, Categoriae 1a) → For if anyone gives an explanation of what it is for each of them to be an animal, he will give the same explanation of each

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναπαιστικός Medium diacritics: ἀναπαιστικός Low diacritics: αναπαιστικός Capitals: ΑΝΑΠΑΙΣΤΙΚΟΣ
Transliteration A: anapaistikós Transliteration B: anapaistikos Transliteration C: anapaistikos Beta Code: a)napaistiko/s

English (LSJ)

ή, όν, anapaestic, D.H.Comp.25, Heph.8, Demetr. Eloc.189, etc.

German (Pape)

[Seite 200] ή, όν, anapästisch, D. H. Von

Greek (Liddell-Scott)

ἀναπαιστικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν ἀνάπαιστον, Διον., Ἁλ. περὶ Συνθ. 35.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
anapéstico τετράμετρον D.H.Comp.127.1, μέτρον Heph.8, σύνθεσις Demetr.Eloc.189, metra Ter.Maur.369, cf. Seru.4.461.27, Diom.1.504.30.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α ἀναπαιστικός, -ή, -όν) ἀνάπαιστος
(για μέτρα ή στίχους) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ανάπαιστο ή αυτός που αποτελείται από αναπαίστους.

Translations

French: anapestique; German: anapästisch; Greek: αναπαιστικός; Italian: anapestico; Latin: anapaestus, anapaesticus; Polish: anapestyczny; Portuguese: anapéstico; Spanish: anapéstico