πανδοχείο

From LSJ
Revision as of 10:23, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")

Μολὼν λαβέCome and take them

Plutarch, Apophthegmata Laconica 225C12

Greek Monolingual

πανδοχεῖον και πανδοκεῖον και πανδοκίον, τὸ, ΝΑ πανδοχεύς
οίκημα που προσφέρει κατάλυμα, κυρίως για διανυκτέρευση, καθώς και εστίαση και, συχνά, ψυχαγωγία, ιδίως σε ταξιδιώτες, χάνι.