βρομιώδης
From LSJ
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
Full diacritics: βρομιώδης | Medium diacritics: βρομιώδης | Low diacritics: βρομιώδης | Capitals: ΒΡΟΜΙΩΔΗΣ |
Transliteration A: bromiṓdēs | Transliteration B: bromiōdēs | Transliteration C: vromiodis | Beta Code: bromiw/dhs |
-ες
báquico βρομιώδεα πηλόν arcilla báquica ref. a una copa AP 11.27 (Maced.).
[Seite 464] ες, bacchisch, Maced. 33 (XI, 27).
βρομιώδης, -ες (Α) βρόμιος (II)]
βακχικός, διονυσιακός.
βρομιώδης: Anth. = βρόμιος 2.