ὑπερμεγάθης
From LSJ
τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ δίμοιρον αἰνῶ, καὶ δίκᾳ δίκας ἕπεσθαι, ξὺν εὐχαῖς ἐμαῖς, λυτηρίοις μηχαναῖς θεοῦ πάρα → I approve the better kind of evil, the two-thirds kind, and that, in accordance with my prayers, through contrivances bringing salvation at the god’s hand
English (LSJ)
v. ὑπερμεγέθης.
German (Pape)
[Seite 1198] ες, ion. statt ὑπερμεγέθης, Her.
French (Bailly abrégé)
ion. c. ὑπερμεγέθης.
Russian (Dvoretsky)
ὑπερμεγάθης: (ᾰ) ион. = ὑπερμεγέθης.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερμεγάθης: [ᾰ], Ἰωνικ. ἀντὶ ὑπερμεγέθης. Ἡρόδ.
Greek Monolingual
ὑπερμέγαθες, Α
ιων. τ. βλ. υπερμεγέθης.
Greek Monotonic
ὑπερμεγάθης: [ᾰ], Ιων. αντί ὑπερ-μεγέθης.