μελανοχίτωνας

From LSJ
Revision as of 07:00, 13 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you

Source

Greek Monolingual

ο (Α μελαγχίτων, -ωνος, ὁ, ἡ, Μ μελαχίτων)
αυτός που φορά μαύρο χιτώνα
νεοελλ.
πληθ. οι μελανοχίτωνες
α) ονομασία τών ιταλικών φασιστικών ομάδων που ίδρυσε ο Μπ. Μουσολίνι από αφοσιωμένους οπαδούς του, οι οποίοι φορούσαν μαύρα χιτώνια
β) επίλεκτο σώμα του ναζιστικού κόμματος του Χίτλερ
αρχ.
σκοτεινός, κατηφής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + χιτών, -ῶνος (πρβλ. λευκοχίτωνας)].