ἄνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί → the springs of sacred rivers flow upward, backward to their sources flow the streams of holy rivers
Full diacritics: λῑπόνηρος | Medium diacritics: λιπόνηρος | Low diacritics: λιπόνηρος | Capitals: ΛΙΠΟΝΗΡΟΣ |
Transliteration A: lipónēros | Transliteration B: liponēros | Transliteration C: liponiros | Beta Code: lipo/nhros |
λιπόνηρος: «λίαν πονηρός» Ἡσύχ.
λιπόνηρος (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «λίαν πονηρός».
[ΕΤΥΜΟΛ. < λῖ (άλλος τ. του επιρρ. λίαν) + πονηρός.