ἰασιώνη

From LSJ
Revision as of 11:22, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἰδών τι κρυπτὸν (χρηστὸν) μηδὲν ἐκφάνῃς ὅλως → Aliquid vidisti occultum (pulchrum)? Nihil elimina → Siehst du Verborgnes (was Gutes), offenbare dich nicht ganz

Menander, Monostichoi, 271
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰασιώνη Medium diacritics: ἰασιώνη Low diacritics: ιασιώνη Capitals: ΙΑΣΙΩΝΗ
Transliteration A: iasiṓnē Transliteration B: iasiōnē Transliteration C: iasioni Beta Code: i)asiw/nh

English (LSJ)

ἡ, bindweed, Convolvulus sepium, Thphr. HP 1.13.2, cf. Plin.HN21.105.

German (Pape)

[Seite 1233] ἡ, eine Pflanze, eine Convolvolus-Art, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

ἰασιώνη: ἡ, φυτόν τι ἐκ τοῦ εἴδους convolvulus, κατά τινας ἡ ἑλξίνηκισσάμπελος, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 1. 13, 2.

Greek Monolingual

και γιασιώνη, ἡ (Α ίασιώνη)
δικότυλο αγγειόσπερμο φυτό της οικογένειας καμπανουλίδες της τάξης σύνανδρα, κομβόλβουλος, περιπλοκάδι, σκαμμωνία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. με την αρχ. σημ. < ίασις. Προήλθε πιθ. λόγω της ιατρικής χρήσεως του φυτού, που μάς είναι άγνωστη. Ως επιστημονικός όρος η λ. είναι αντιδάνεια (πρβλ. αγγλ. jasione «ιασιώνη»)].

Frisk Etymological English

Meaning: plant-name
See also: s. ἰάομαι.

Frisk Etymology German

ἰασιώνη: {iasiṓnē}
Meaning: Pflanzenname
See also: s. ἰάομαι.
Page 1,706