ἀλληλοτυπία

From LSJ
Revision as of 11:32, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλληλοτῠπία Medium diacritics: ἀλληλοτυπία Low diacritics: αλληλοτυπία Capitals: ΑΛΛΗΛΟΤΥΠΙΑ
Transliteration A: allēlotypía Transliteration B: allēlotypia Transliteration C: allilotypia Beta Code: a)llhlotupi/a

English (LSJ)

ἡ, mutual impact, of atoms, Placit.1.12.6: pl., Ph.2.489.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
choque mutuo, colisión de los átomos, en las teorías de Demócrito y Epicuro (πολλοὶ κόσμοι) ὧν τὴν μὲν γένεσιν ἀλληλοτυπίαις καὶ ἐπιπλοκαῖς ἀνατιθέασι Ph.2.489, cf. Placit.1.12.6.

German (Pape)

[Seite 103] ἡ, das Aneinanderschlagen, Democrit. bei Stob. ecl. I p. 348.

Russian (Dvoretsky)

ἀλληλοτῠπία: ἡ (взаимное) столкновение Democr.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλληλοτῠπία: ἡ, τὸ ἀμοιβαίως πλήττεσθαι ἢ τραυματίζεσθαι, Δημόκριτ. παρὰ Στοβ. Ἐκλ. 1. 348.

Greek Monolingual

ἀλληλοτυπία, η (Α)
αμοιβαίο κτύπημα, αμοιβαία πρόσκρουση ή συμπίεση (πρόκειται για τα άτομα του Δημοκρίτου).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλληλότυπος < ἀλληλο- + τύπος < τύπτω.