ζοφόω
From LSJ
τὸν ἰητρὸν δοκέει μοι ἄριστον εἶναι πρόνοιαν ἐπιτηδεύειν → it appears to me a most excellent thing for the physician to cultivate prognosis
English (LSJ)
A darken, Hld.2.15:—Pass., to be or become dark, γήρᾳ κανθὸν ἐζοφωμένος AP6.92 (Phil.); τὴν ὄψιν ἐζοφωμένος Ps.-Luc.Philopatr. 4.
German (Pape)
[Seite 1140] verfinstern, bes. pass., γήρᾳ κανθὸν ἐζοφωμένος Philp. 16 (VI, 92); τὴν ὄψιν Luc. PhiIop. 4; übertr., τὸν νοῦν ἐζοφώθης Ath.
Greek (Liddell-Scott)
ζοφόω: σκοτίζω, Ἡλιόδ. 2. 15. - Παθ., γίνομαι σκοτεινός, Ἀνθ. Π. 6. 92· τὴν ὄψιν ἐζοφωμένος Ψευδολουκ. Φιλοπάτρ. 4.