Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀπονίναμαι

From LSJ
Revision as of 09:18, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_14)

Νικᾷ γὰρ αἰεὶ διαβολὴ τὰ κρείττονα → Calumniae mos vincere id, quod rectius → Verleumdung siegt stets über das, was besser ist

Menander, Monostichoi, 376
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπονίνᾰμαι Medium diacritics: ἀπονίναμαι Low diacritics: απονίναμαι Capitals: ΑΠΟΝΙΝΑΜΑΙ
Transliteration A: aponínamai Transliteration B: aponinamai Transliteration C: aponinamai Beta Code: a)poni/namai

English (LSJ)

Med., fut.

   A ἀπονήσομαι Hom.: Ep.aor. 2 without augm. ἀπονήμην, ἀπόνητο Hom.; 2sg. opt. ἀπόναιο Il.24.556, 3pl. ἀποναίατο h.Cer.132, S.El.211 (lyr.); inf. ἀπόνασθαι A.R.2.196; part. ἀπονήμενος Od.24.30: later aor. I ἀπωνάμην Luc.Am.52, Procl.in Alc.p.89C.:—have the use or enjoyment of a thing, ἧς ἥβης ἀπόνητο Il. 17.25; τῶνδ' ἀπόναιο mayest thou have joy of them, ib.24.556; τιμῆς ἀπονήμενος Od. l.c.; μηδέ ποτ' ἀγλαΐας ἀποναίατο S.El.211: without gen., ἦγε μὲν οὐδ' ἀπόνητο married her but had no joy [of it], Od.11.324; θρέψε μὲν οὐδ' ἀπόνητο ib.17.293, cf. 16.120; πόλιν κτίσας οὐκ ἀπόνητο Hdt.1.168.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπονίναμαι: μεσ. (ὁ ἐνεστὼς σχεδὸν οὐδαμοῦ εὑρίσκεται ἐν χρήσει): μέλλ. ἀπονήσομαι Ὅμ.: Ἐπ. ἀόρ. β΄ ἄνευ αὐξήσ. ἀπονήμην, ἀπόνητο Ὅμ.: β΄ ἑν. εὐκτ. ἀπόναιο Ἰλ. Ω 556, γ΄ πληθ. ἀποναίατο Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 132, Σοφ., ἀπαρ. ἀπόνασθαι Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 196· μετοχ. ἀπονήμενος Ὀδ. Ω 30. μεταγεν. ἀόρ. α΄ ἀπωνάμην Λουκ. Ἔρωτ. 52. Ἔχω τὴν ἀπόλαυσιν ἢ τὴν τέρψιν πράγματός τινος, ἀπολαύω αὐτοῦ, ἧς ἥβης ἀπόνηθ', «τῆς ἰδίας ἀκμῆς, ὅ ἐστι νεότητος, ἀπέλαυσεν» (Σχολ.), Ἰλ. Ρ. 25· τῶν δ’ ἀπόναιο, «ἀπολαύσειας» (Σχόλ.) «νὰ τὰ χαρῇς». Ω. 556· τιμῆς ἀπονήμενος Ὀδ. ἔνθ’ ἀνωτέρω· μηδέ ποτ’ ἀγλαΐας ἀποναίατο Σοφ. Ἡλ. 211.· ἀλλ’ ἡ γενική συχνάκις παραλείπεται, Ἀριάδνην... ἥν ποτε Θησεύς... ἦγε μέν, οὐδ’ ἀπόνοιτο, ἔλαβε μὲν αυτὴν ὡς γυναῖκα δὲν τὴν ἐχάρη ὅμως, Ὀδ. Λ. 324· θρέψε μὲν οὐδ’ ἀπόνητο Ρ. 293, πρβλ. Π. 120· οὐκ ἀπώνητο (ἐνν. τῆς πόλεως) Ἡρόδ. 1. 168.