φιλίωσις
From LSJ
τέχνη δὲ ἄνευ ἀλκῆς οὐδὲν ὠφελεῖ (Thucydides 2.87.4.6) → η τέχνη απαιτεί κουράγιο, skill without heart is useless
English (LSJ)
[λῐ], εως, ἡ,
A making friendly, Sch.E.Ph.375,al.
German (Pape)
[Seite 1278] ἡ, Befreundung, Schol. Eur. Phoen. 378.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλίωσις: -εως, ἡ, ὡς καὶ νῦν, τὸ φιλιοῦσθαι, Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Θήβ. 767, Εὐρ. Φοίν. 375, κλπ.