συνδοκιμάζω

From LSJ
Revision as of 10:30, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_2)

Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνδοκῐμάζω Medium diacritics: συνδοκιμάζω Low diacritics: συνδοκιμάζω Capitals: ΣΥΝΔΟΚΙΜΑΖΩ
Transliteration A: syndokimázō Transliteration B: syndokimazō Transliteration C: syndokimazo Beta Code: sundokima/zw

English (LSJ)

   A examine along with or together, Pl.Tht.197b, Isoc. 2.29; εἴτε... εἴτε . . Pl.Ti.20d.    2 approve, γνώμην J.AJ20.2.2; τὰ τοπικὰ τῶν βοηθημάτων Sor.2.15.

German (Pape)

[Seite 1009] mit oder zugleich prüfen, Plat. Theaet. 197 b Tim. 20 d.

Greek (Liddell-Scott)

συνδοκῐμάζω: ἐξετάζω μετά τινος ἢ ὁμοῦ, συνεξετάζω, ὃ δοκεῖ ἀκούσας συνδοκίμαζε Πλάτ. Θεαίτ. 197Β, Ἰσοκρ. 20C· ὃν λόγον καὶ νῦν λέγει ἵνα ξυνδοκιμάσῃ πρὸς τὴν ἐπίταξιν εἴτ’ ἐπιτήδειος εἴτ’ ἀνεπιτήδειός ἐστιν Πλάτ. Τίμ. 20D.