ἀνταπαμείβομαι
From LSJ
ἄπαγ' ἐς μακαρίαν ἐκποδών → get lost, buzz off, on yer bike, bug off, bugger off, clear out, clear off, take a hike, beat it, scram, get out of here, get outta here
English (LSJ)
Med.,
A obey in turn, ῥήτραις Tyrt.4.6.
German (Pape)
[Seite 244] dagegen erwiedern, Tyrt. 8, 6.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνταπᾰμείβομαι: μέσ., ὑπακούω ἐν τῷ ἐμῷ μέρει, μ. δοτ. ἔπειτα δὲ δημότας ἄνδρας εὐθείας ῥήτραις ἀνταπαμειβομένους Τυρταῖ. 4 (2), 6.
French (Bailly abrégé)
rendre la pareille ; LSJ obéir à son tour.
Étymologie: ἀντί, ἀπαμείβομαι.
Spanish (DGE)
(ἀνταπᾰμείβομαι)
responder a su vez c. instrum. εὐθείαις ῥήτραις con decretos justos Tyrt.3.8, c. ac. Ἐρατὼ δ' ἀνταπάμειπτο τάδε respondió a Erato lo que sigue Call. en PAnt.113.1(a).10.