enemigo
From LSJ
Ὁ πολὺς ἄκρατος ὀλίγ' ἀναγκάζει φρονεῖν → Multum meracum pauca sapere nos facit → Nur wenig denken lässt viel ungemischter Wein
Spanish > Greek
ἀντίδικος, ἐνστάτης, ἐνεδρευτής, ἄφιλος, ἀντίξοος, ἀνταγωνιστής, ἀντιπόλεμος, ἀλλόθροος, ἀλλότριος, δάϊος, διάφορος, ἀφαδός, ἀφάδιος, δυσμενής, ἀντίμαχος, ἀντίβιος, ἀνάρσιος, ἀνεπιτήδειος, δύσφρων, ἀντικέλευθος, δύσνοος