Αιαντίδης

From LSJ

οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότεafter taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured

Source

Greek Monolingual

Αἰαντίδης, ο (Α) Αἴας
1. γιος ή απόγονος του Αίαντος
2. αυτός που ανήκει στην Αιαντίδα φυλή της Αττικής.