Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αραχνοειδής

From LSJ

Ἄνθρωπος ὢν ἥμαρτον· οὐ θαυμαστέον → Being human I made a mistake; there is nothing remarkable about it.

Menander, Fragmenta, 499

Greek Monolingual

(AM ἀραχνοειδής, -ές)
Ι. όμοιος με ιστό αράχνης
νεοελλ.
1. «αραχνοειδής χιτώνας» — ο αμφιβληστροειδής του ματιού
2. «αραχνοειδής μήνιγξ» — το μεσαίο από τα τρία περιβλήματα του νωτιαίου μυελού και του εγκεφάλου
II. το ουδ. ως ουσ. τα αραχνοειδή
ομοταξία των Αρθρόποδων (αράχνες, σκορπιοί, ακάρεα)
αρχ.
(για τριχοειδή αγγεία, νεύρα κ.λπ.·) λεπτότατος σαν ιστός αράχνης.