ἀλλ' οὐκ οἰωνοῖσιν ἐρύσσατο κῆρα μέλαιναν → by no augury could he ward off black death
(AM ἀστειεύομαι)μιλώ με τρόπο αστείο και ευχάριστο, όχι σοβαράνεοελλ.φρ. αστειεύεσαιφανερώνει έντονη άρνηση ή κατάφασηαρχ.μιλώ ή γράφω με εξυπνάδα και πειστικότητα.