εὐξύμβλητος

From LSJ

ἐν ταῖς ἀνάγκαις χρημάτων κρείττων φίλος → it is better in times of need to have friends rather than money, a friend in need is a friend indeed (Menander, Sententiae monostichoi 143)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐξύμβλητος Medium diacritics: εὐξύμβλητος Low diacritics: ευξύμβλητος Capitals: ΕΥΞΥΜΒΛΗΤΟΣ
Transliteration A: euxýmblētos Transliteration B: euxymblētos Transliteration C: efksymvlitos Beta Code: eu)cu/mblhtos

English (LSJ)

εὐξύμβολος, εὐξυνεσία, εὐξύνετος, Att. for εὐς-.

German (Pape)

[Seite 1084] -ξύμβολος, -ξύνετος, att. für εὐσύμβλητος u. s. w.

French (Bailly abrégé)

att. c. εὐσύμβλητος.

Greek (Liddell-Scott)

εὐξύμβλητος: εὐξύμβολος, εὐξύνετος Ἀττ. ἀντὶ εὐσύμβλητος, εὐσύμβολος, εὐσύνετος.

Greek Monolingual

εὐξύμβλητος, -ον (Α)
αττ. τ., βλ. ευσύμβλητος.

Greek Monotonic

εὐξύμβλητος: εὐ-ξύμβολος, εὐ-ξύνετος, Αττ. αντί εὐ-σύμβλητος κ.λπ.