πᾶσα γυνὴ τοῦ λύχνου ἀρθέντος ἡ αὐτή ἐστι → all women are the same in the dark, all women are the same when the lights go out
ἰσχέθυρον, τὸ (Α)
το πλαίσιο παραθύρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσχε-, τ., στον οποίο απαντά ως α' συνθετικό το ρ. ἴσχω «συγκρατώ, εμποδίζω» (πρβλ. εχε-, τ. στον οποίο απαντά ως α' συνθετικό το ρ. ἔχω) + -θυρον (< θύρα), πρβλ. παρά-θυρον, υπέρ-θυρον].