ιχθυοτροφία
From LSJ
λέγεις, ἃ δὲ λέγεις ἕνεκα τοῦ λαβεῖν λέγεις → you speak, but you say what you say for the sake of gain (Menander, fr. 776)
Greek Monolingual
η
η τέχνη του ιχθυοτρόφου, η τέχνη της εκτροφής και του πολλαπλασιασμού ψαριών μέσα σε ειδικές εγκαταστάσεις, τα ιχθυοτροφεία, αλλ. ιχθυοκομία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰχθυοτρόφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Άστυ].