Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt
η1. κέντηση, νύξη2. η βελονιά του κεντήματος.[ΕΤΥΜΟΛ. < κέντημα, -τος + κατάλ. -ιά (πρβλ. δαγκωματιά, ζαρωματιά)].