πίγγαν

From LSJ

Ἀνὴρ ἀτυχῶν δὲ σώζεται ταῖς ἐλπίσιν → Presso miseria spes salus est unica → Allein die Hoffnung trägt den, der im Unglück ist

Menander, Monostichoi, 643
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πίγγαν Medium diacritics: πίγγαν Low diacritics: πίγγαν Capitals: ΠΙΓΓΑΝ
Transliteration A: píngan Transliteration B: pingan Transliteration C: pingan Beta Code: pi/ggan

English (LSJ)

νεοσσίον, Amerias ap. Hsch.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «νεοσσίον».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με τη λ. πίγγαλος και αποτελεί διόρθωση του τ. πιγγανεόσσιον].