περίστοιχος

From LSJ

τὸ λακωνίζειν πολὺ μᾶλλόν ἐστιν φιλοσοφεῖν ἢ φιλογυμναστεῖν → to behave like a Lacedaemonian is much more to love wisdom than to love gymnastics (Plato, Protagoras 342e6)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίστοιχος Medium diacritics: περίστοιχος Low diacritics: περίστοιχος Capitals: ΠΕΡΙΣΤΟΙΧΟΣ
Transliteration A: perístoichos Transliteration B: peristoichos Transliteration C: peristoichos Beta Code: peri/stoixos

English (LSJ)

περίστοιχον, set round in rows, D.53.15.

German (Pape)

[Seite 594] rings in Reihen stehend, ἰλάαι, Dem. 53, 15, vgl. Harpocr.; woraus Einige eine bes. Olivenart machen wollten.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
rangé ou aligné tout autour.
Étymologie: περί, στοιχίζω.

Russian (Dvoretsky)

περίστοιχος: (только pl.) расставленный кольцеобразно (ἐλάαι Dem.).

Greek (Liddell-Scott)

περίστοιχος: -ον, ὁ τεθειμένος κατὰ σειρὰν ἐν κύκλῳ, φυτευτήρια ἐλαῶν περιστοίχων Δημ. 1251. 23· πρβλ. στοιχάς.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που είναι τοποθετημένος κυκλικά και κατά σειρά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + στοῖχος «σειρά, γραμμή» (πρβλ. αντίστοιχος)].

Greek Monotonic

περίστοιχος: -ον, αυτός που τοποθετείται κυκλικά σε σειρές, σε Δημ.

Middle Liddell

περί-στοιχος, ον,
set round in rows, Dem.