πυρίαμα

From LSJ

τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας· μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται. (2Thess 2:7) → For the mystery of lawlessness is already at workjust at work until the one who is now constraining it is taken out.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῠρίᾱμα Medium diacritics: πυρίαμα Low diacritics: πυρίαμα Capitals: ΠΥΡΙΑΜΑ
Transliteration A: pyríama Transliteration B: pyriama Transliteration C: pyriama Beta Code: puri/ama

English (LSJ)

Ion. πυρίημα, ατος, τό, = πυρία 1.2, Hp.Flat.9, Philist.63, Arist.Pr.866a24; = πυρία 1.1, Palaeph. 43.

German (Pape)

[Seite 821] τό, trockenes Schwitzbad; Arist. probl. 1, 55; Philist. bei Poll. 7, 168.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πυρίᾱμα -ατος, τό, Ion. πυρίημα -ατος, τό [πυριάω] (warm) kompres.

Russian (Dvoretsky)

πῠρίᾱμα: ατος τό горячий компресс, припарка Arst.

Greek (Liddell-Scott)

πῠρίᾱμα: τό, = πυρία, Ἱππ. 298. 48, Ἀριστ. Προβλ. 1. 55, Φιλόστρ. 63.

Greek Monolingual

το, ΝΑ, και ιων. τ. πυρίημα Α πυριῶ
νεοελλ.
ιατρ. θερμό επίθεμα κατάλληλο για θεραπευτικούς σκοπούς, όπως είναι η φιάλη με θερμό νερό, τα καταπλάσματα κ.ά.
αρχ.
ατμόλουτρο, πυρία.