ροδακινιά

From LSJ

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source

Greek Monolingual

η / ῥοδακινέα, ΝΜΑ βοτ.
κοινή ονομασία του οπωροφόρου δέντρου Προύνος ο περσικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥοδάκινον / ῥωδάκινον + κατάλ. -έα (πρβλ. μηλέα, συκέα). Ο τ. ροδακινιά με συνίζηση (πρβλ. μηλιά, συκιά)].