σχίδα

From LSJ

Οὐδείς, ὃ νοεῖς μὲν, οἶδεν, ὃ δέ ποιεῖς, βλέπει → Quid cogites, scit nemo; quid facias, patet → nicht weiß man, was du denkst, doch sieht man, was du tust

Menander, Monostichoi, 424
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σχίδα Medium diacritics: σχίδα Low diacritics: σχίδα Capitals: ΣΧΙΔΑ
Transliteration A: schída Transliteration B: schida Transliteration C: schida Beta Code: sxi/da

English (LSJ)

σχίδος σινδόνος, πῆγμα, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1055] τήν, unregelmäß. acc. zu σχίδη, Hesych.

Greek Monolingual

Α και σκίδη Μ
(κατά τον Ησύχ.) «σχίδος σινδόνος, πῆγμα».
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σχιδ- του σχίζω (πρβλ. σχίδαξ)].