τρηχαλέος

From LSJ

Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht

Menander, Monostichoi, 178
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρηχᾰλέος Medium diacritics: τρηχαλέος Low diacritics: τρηχαλέος Capitals: ΤΡΗΧΑΛΕΟΣ
Transliteration A: trēchaléos Transliteration B: trēchaleos Transliteration C: trichaleos Beta Code: trhxale/os

English (LSJ)

η, ον, poet. for τρηχύς, Pancrat.Oxy.1085.11, Marc. SId.27, AP5.291.6 (Agath.), 6.63 (Damoch.), 64 (Paul. Sil.), APl. 4.113 (Jul.).

German (Pape)

ion. statt des ungebr. *τραχαλέος, p. statt τρηχύς; oft Anth., ἀκόνη Paul.Sil. 50 (VI.64), βάτος Agath. 25 (V.292).

Russian (Dvoretsky)

τρηχᾰλέος: Anth. = τρηχύς.

Greek (Liddell-Scott)

τρηχᾰλέος: -η, -ον, ποιητ. ἀντὶ τρηχύς, τραχύς, Ἀνθ. Π. 5. 292., 6. 63, 64, Πλαν. 113.

Greek Monolingual

-α, -ον, Α
(ποιητ. τ. αντί τρηχύς) τραχύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρηχύς, ιων. τ. του τραχύς + επίθημα -αλέος (πρβλ. λυσσαλέος)].

Greek Monotonic

τρηχᾰλέος: -η, -ον, ποιητ. αντί τρηχύς, σε Ανθ.

Middle Liddell

τρηχᾰλέος, η, ον, [poetic for τρηχύς, Anth.]