υπόθερμος

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source

Greek Monolingual

-η, -ο / ὑπόθερμος, -ον, ΝΑ
ο κάπως ζεστός, χλιαρός
νεοελλ.
γεωλ. (για πηγή) αυτός που τα νερά του έχουν θερμοκρασία μικρότερη τών 30°C
αρχ.
μτφ. (για πρόσ. και για άλογα) ο κάπως ορμητικός («πολεμίου δὲ καὶ ὑποθερμοτέρου τῷ ἔργῳ», Ηρόδ.).