ἀθαμβίη
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
Ion. for ἀθαμβία, ἡ, imperturbability, Democr.215.
Russian (Dvoretsky)
ἀθαμβία: ион. ἀθαμβίη ἡ неустрашимость, бесстрашие Cic.
German (Pape)
ἡ, Furchtlosigkeit, animus terrore liber, Cic. Fin. v, 29.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
intrépidité.
Étymologie: ἀθαμβής.
Spanish (DGE)
-ης, ἡ imperturbabilidad Democr.B 4, 215.
Greek (Liddell-Scott)
ἀθαμβία: Ἰων. -ίη, ἡ, τὸ ἄτρομον, ἡ ἀφοβία. Δημοκρ. παρὰ Κικ. Fin. 5. 29.