ἀμφέρω

From LSJ

ἀνθρωπεία φύσις πολεμία τοῦ προὔχοντος → human nature is hostile to all that is eminent

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφέρω Medium diacritics: ἀμφέρω Low diacritics: αμφέρω Capitals: ΑΜΦΕΡΩ
Transliteration A: amphérō Transliteration B: ampherō Transliteration C: amfero Beta Code: a)mfe/rw

English (LSJ)

v. ἀναφέρω.

Spanish (DGE)

v. ἀναφέρω.

German (Pape)

[Seite 133] = ἀναφέρω, ebenso ἀμφεύγω

French (Bailly abrégé)

poét. c. ἀναφέρω.

Russian (Dvoretsky)

ἀμφέρω: Pind., Aesch. = ἀναφέρω.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφέρω: ἀμ-φεύγω, ποιητ. ἀντὶ ἀναφ-.

English (Slater)

ἀμφέρω bring up med., offer, yield ἀρχαῖαι δ' ἀρεταὶ ἀμφέροντ ἀλλασσόμεναι γενεαῖς ἀνδρῶν σθένος (N. 11.38)

Greek Monolingual

ἀμφέρω (Α)
ποιητικός τύπος αντί αναφέρω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀναφέρω, με αποκοπή και αφομοίωση].

Greek Monotonic

ἀμφέρω: ποιητ. αντί ἀναφέρω.