Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀμφίκολλος

From LSJ

Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ' ἔμφρων πατήρ → Prudente patre bonum non maius filio → Dem Sohn ist ein verständiger Vater größtes Gut

Menander, Monostichoi, 525
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφίκολλος Medium diacritics: ἀμφίκολλος Low diacritics: αμφίκολλος Capitals: ΑΜΦΙΚΟΛΛΟΣ
Transliteration A: amphíkollos Transliteration B: amphikollos Transliteration C: amfikollos Beta Code: a)mfi/kollos

English (LSJ)

ον, glued on both sides:—κλίνη ἀμφίκολλος couch with two ends fixed on, Pl. Com.34.

German (Pape)

[Seite 140] rings geleimt, Plat. com. bei Poll. 10, 34, κλίνη, der es κατακεκολλημένη erkl.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφίκολλος: -ον, ὁ κατ’ ἀμφοτέρας τὰς πλευρὰς κεκολλημένος· ἔπειτα κλίνην ἀμφίκολλον πυξίνην Πλάτ. Κωμ. ἐν «Ἑορταῖς» 10· πρβλ. παράκολλος.

Greek Monolingual

ἀμφίκολλος, -ον (Α)
ο κολλημένος και από τις δύο πλευρές, στερεωμένος και στις δύο άκρες του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + -κολλος < κόλλα.