ἐγκατακλείω

From LSJ

Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not

Menander, Monostichoi, 296
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐγκατακλείω Medium diacritics: ἐγκατακλείω Low diacritics: εγκατακλείω Capitals: ΕΓΚΑΤΑΚΛΕΙΩ
Transliteration A: enkatakleíō Transliteration B: enkatakleiō Transliteration C: egkatakleio Beta Code: e)gkataklei/w

English (LSJ)

shut up in, enclose, τινὰ τῷ νεῷ Alex.40.3, cf. Arist.Pr.937a29; τὸ θερμὸν Thphr. CP 5.13.2:—Pass., Hp.Acut.16, Arist.Mete.378a29.

Spanish (DGE)

1 encerrar αὑτὸν τῷ νεῷ Alex.41.3, τὸ θερμόν Arist.Pr.937a29, cf. Thphr.CP 5.13.2, τὸν ἀτμόν Thphr.Ign.43, τὸ δ' ἀκμάζον καὶ χρήσιμον ... τῷ περιτειχίσματι I.BI 6.415, λέοντα καὶ πίθηκον καὶ ὄφιν D.C.79.11.3
fig. τῇ ψυχῇ τὴν ὀδύνην ἐγκατακλείουσαι Gr.Nyss.V.Macr.400.1
en v. pas. οἷσι γὰρ σῖτος ... ἐγκατακέκλεισται a quienes el alimento sólido les ha quedado retenido en el intestino, Hp.Acut.16, cf. Epid.4.14, τὸ πῦρ ἐγκατακλειόμενον Hp.Vict.1.9, ἀναθυμίασιςἀτμιδώδης ἐγκατακλειομένη la exhalación de vapor húmedo encerrado Arist.Mete.378a29, cf. GA 735b23, PA 672a32, Pr.878b8, ἐγκατακέκλεισται ὁ καπνὸς ἐν αὐτοῖς (ἄνθραξι) Thphr.Ign.75, cf. Ph.2.162, Plu.2.691f, οἱ ἐγκατακεκλεισμένοι los sitiados D.S.19.61
fig. encarcelar en v. pas., de las almas ἐγκατακλείεσθαι τοῖς σώμασιν Corp.Herm.Fr.23.33.
2 ensartar en v. pas. τοῖς ὅρμοις καὶ τοῖς περιδεραίοις ἐγκατακλειόμενοι ἀμέθυστοι Clem.Al.Paed.2.12.118.

German (Pape)

[Seite 705] (s. κλείω), darin einschließen; ἐγκατέκλεισέ θ' αὑτὸν τῷ νεῷ Alexis Ath. XIII, 606 a; Hippocr.; Theophr.

Russian (Dvoretsky)

ἐγκατακλείω: замыкать, запирать (ἐ. τι καὶ κωλύειν ἐξιέναι Arst.): ἐγκατακλεισθείς Plut. будучи заперт.

Greek (Liddell-Scott)

ἐγκατακλείω: κατακλείω ἐντός, ἐγκλείω, τινὰ τῷ νεῷ Ἄλεξ. παρ’ Ἀθην. 606Α, Ἀριστ. Πρβλ. Γ. 26. ― Παθ., Ἱππ. π. διαίτ. Ὀξ. 385, Ἀριστ. Μετεωρ. 3. 6, 10, κ. ἀλλ.

Greek Monolingual

ἐγκατακλείω (AM)
κλείνω κάτι καλά μέσα σε κάτι άλλο.