ἐπιβουλευτικός

From LSJ

περὶ οὐδὲν γὰρ οὕτως ὑπάρχει τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων βεβαιότης ὡς περὶ τὰς ἐνεργείας τὰς κατ' ἀρετήν → since none of man's functions possess the quality of permanence so fully as the activities in conformity with virtue

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιβουλευτικός Medium diacritics: ἐπιβουλευτικός Low diacritics: επιβουλευτικός Capitals: ΕΠΙΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ
Transliteration A: epibouleutikós Transliteration B: epibouleutikos Transliteration C: epivouleftikos Beta Code: e)pibouleutiko/s

English (LSJ)

ἐπιβουλευτική, ἐπιβουλευτικόν, treacherous, insidious, Ptol.Tetr.66. Adv. ἐπιβουλευτικῶς = treacherously, in an insidious way ib.191.

Spanish

intrigante

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιβουλευτικός: -ή, -όν, ἐπίβουλος, Πτολ. Τετράβ. 66.- Ἐπίρρ. -κῶς, Εὐσεβ. Εὐαγγ. Ἀπόδ. 472D.

Greek Monolingual

ἐπιβουλευτικός, -ή, -όν (AM)
αυτός που γίνεται με επιβουλή, ο δόλιος.