ὑπόκλοπος

From LSJ

ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπόκλοπος Medium diacritics: ὑπόκλοπος Low diacritics: υπόκλοπος Capitals: ΥΠΟΚΛΟΠΟΣ
Transliteration A: hypóklopos Transliteration B: hypoklopos Transliteration C: ypoklopos Beta Code: u(po/klopos

English (LSJ)

ὑπόκλοπον, guileful, λόγος B.14.30.

German (Pape)

[Seite 1220] daruntergesteckt, verborgen, Bacchyl. 35 bei Clem. Al.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπόκλοπος: -ον, κεκρυμμένος, λαθραῖος, οὐ γὰρ ὑπόκλοπον φορεῖ βροτοῖσι φωνάεντα λόγον σοφία Βακχυλ. Ἀποστ. 26 (35) Blass.

Greek Monolingual

-ον, Α
1. κρυμμένος, κρυφός
2. πανούργος, δόλιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + κλοπός «κλέφτης» (< κλέπτω)].