distinción
From LSJ
ἔξαψις σφοδρὰ μετὰ πολλῆς βίας πίπτουσα ἐπὶ γῆς → a violent flare-up falling on the ground with great force, thunder and lightning
Spanish > Greek
αἰδώς, γέρας, διάγνωσις, διάκρισις, διάληψις, διάσταλμα, διάστασις, διάστημα, διάστιξις, διάφορος, διαίρεσις, διαλλαγή, διανάγνωσις, διασημότης, διαστολή, διαφορά, διαφυή, διορισμός, διόρισις, δῶρον, ἀγλαΐα, ἀντεξέτασις, ἀντιδιάθεσις, ἀντιδιαστολή, ἐμπρέπεια, ἐμφανισμός, ἐντιμότης