ῥοιάς

Revision as of 12:26, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (36)

English (LSJ)

άδος, ἡ,

   A v.l. for ῥυάς 111.2, Gal.UP10.11.    II corn poppy, Papaver Rhoeas, Thphr.HP9.12.4, Dsc.4.64.

German (Pape)

[Seite 847] ἡ, = ῥοάς, zw.; – μήκων ῥοιάς, der wilde Mohn, papaver rhoeas, Theophr.

Greek Monolingual

η / ῥοιάς, -άδος, ΝΜΑ
φρ. «μήκων η ροιάς» — λόγια ονομασία της παπαρούνας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥόα / ῥοιά «ροδιά» + επίθημα -άς, -άδος, πιθ. λόγω τών κόκκινων λουλουδιών του φυτού. Κατ' άλλη άποψη, όμως, το φυτό ονομάστηκε έτσι λόγω του ότι ρίχνει νωρίς τα πέταλα τών ανθέων του και επομένως η λ. ῥοιάς θα πρέπει να συνδεθεί με το ρ. ῥέω].