sin esfuerzo
Spanish > Greek
ἀκονίτως, ἀκολάστως, ἀταλαιπώρως, ἄπονος, ἀδρύφακτος, ἀσπουδεί, ἀμογητί, ἀκοπωτί, ἀκονεί, ἀκονητί, ἀκονιτεί, ἀκονιτί, ἀσσκονικτεί, ἀνιδιτί, ἀνιδρωτί
ἀκονίτως, ἀκολάστως, ἀταλαιπώρως, ἄπονος, ἀδρύφακτος, ἀσπουδεί, ἀμογητί, ἀκοπωτί, ἀκονεί, ἀκονητί, ἀκονιτεί, ἀκονιτί, ἀσσκονικτεί, ἀνιδιτί, ἀνιδρωτί