мастер
Russian > Greek
τορνευτολυρασπιδοπηγός, ὁλμοποιός, δημιουργός, δημιοεργός, λυροποιός, θωρακοποιός, αὐλοποιός, λοφοποιός, ποιητής, αὐλοτρύπης, τέκτων, ἐργάτης, τεχνίτης, χειροτέχνης, χειρῶναξ, σοφιστής, ἀγωνιστής, ἀθλητής, ἀεθλητής
τορνευτολυρασπιδοπηγός, ὁλμοποιός, δημιουργός, δημιοεργός, λυροποιός, θωρακοποιός, αὐλοποιός, λοφοποιός, ποιητής, αὐλοτρύπης, τέκτων, ἐργάτης, τεχνίτης, χειροτέχνης, χειρῶναξ, σοφιστής, ἀγωνιστής, ἀθλητής, ἀεθλητής